ΜΑΡΙΑ ΣΟΥΜΜΑ

Έχω την χαρά να φιλοξενώ στο Love Book Diary μία αναγνώστρια με χιούμορ που την ξεχωρίζει πάρα πολύ, μία αναγνώστρια που γράφει τις σκέψεις της και όπως λέω χαρακτηριστικά μία αναγνώστρια με άποψη.

Σήμερα θα γνωρίσουμε την Μαρία Σούμμα.

ΜΑΡΙΑ ΣΟΥΜΜΑ
Καλώς ήρθες στο Love Book Diary Μαρία.

Μαρία πριν ξεκινήσουμε την συζήτηση, πες μας δυο λόγια για εσένα για να σε γνωρίσουν οι αναγνώστες του love book diary.


I’m a reader, a book lover and a dreamer

Λίγα λόγια για μένα...Σπάνια μιλάω με “λίγα λόγια” αλλά θα κάνω μια προσπάθεια. Είμαι η Μαρία, παντρεμένη με έναν αιώνιο έφηβο και πάνω από όλα μαμά δυο υπέροχων γιων. Κλασσική μαμά κουκουβάγια με εσάνς “βάλε την ζακέτα σου παιδί μου” και συμπεριφορά Πάστα Φλόρα (Μαίρη Αρώνη στο “Μια τρελή τρελή οικογένεια”). 
Πέρα από το διάβασμα που όπως θα έχετε καταλάβει αγαπάω, λατρεύω την μουσική – θα μπορούσα κάλλιστα να απαντάω με στίχους, αν δεν έμοιαζε τόσο περίεργο- , την μαγειρική και τα ταξίδια με την μηχανή – πάντα υπάρχει ένα σακίδιο έτοιμο, με ένα τζιν, ένα t-shirt και ένα βιβλίο.
Το μεγάλο μου πάθος είναι η ζωγραφική, οι πίνακες για μένα είναι εκείνο το βιβλίο που σε κάνει να αναρωτιέσαι “ρε τι θέλει να πει ο ποιητής;” και οι απαντήσεις είναι πολλές και το μονοσέλιδο βιβλίο ατελείωτο. Δεν έχω ελεύθερο χρόνο, αν είχα θα σήμαινε ότι δεν έχω πράγματα να τον γεμίσω, άρα στην δική μου περίπτωση ισχύει μόνο ότι η μέρα απλά είναι πολύ μικρή ίσως για αυτό και δεν κοιμάμαι πολύ, το βρίσκω άσκοπο τώρα, έχω μια αιωνιότητα μπροστά μου για αυτό.
Γελάω πάντα, από τις πέντε παρά που θα σηκωθώ, τρομάζει τα δύσκολα πιστεύω, τρομάζει και τους φίλους μου βασικά.
Μου αρέσει να παρατηρώ τα πάντα μα κυρίως τους ανθρώπους, ειδικά όταν δεν μιλούν, η σιωπή,που πάντα σιγοντάρει το βλέμμα τους, λέει περισσότερα.
Λέω πάντα καλημέρα με χαμόγελο ακόμα και σε άγνωστα βλέμματα που θα τύχει να συναντήσω στον δρόμο, είναι μια υπέροχη ευχή με μηδενικό κόστος.
Ζητάω συγνώμη όταν έχω άδικο
Λέω “σ’ αγαπάω” γιατί είναι μια λέξη “χαμηλής θερμιδικής αξίας” και ταυτόχρονα η υπερτροφή της ζωής.
Ζηλεύω μόνο τους ανθρώπους που έχουν τεράστιες βιβλιοθήκες και μιλούν πολλές ξένες γλώσσες
Τρέμω την στιγμή που το βλέμμα του καλύτερου μου φίλου θα σταματήσει να με ψάχνει.


ΕΡ: Τι είναι η ανάγνωση και το βιβλίο για την Μαρία?

Κάθε βιβλίο είναι μια πλάκα, ακανόνιστη σε σχήμα και μοναδική, όσο και να ψάξεις απόλυτα όμοια δεν θα βρεις. Έτσι κάπως μαζεύω πλάκες, τις ταιριάζω την μία δίπλα στην άλλη και φτιάχνω μονοπάτια σε μέρη που άλλος δεν πάτησε ποτέ. Φτιάχνω δικούς μου κόσμους όχι για να δραπετεύω, δεν έχω τέτοια ανάγκη, γιατί μου αρέσει απλά να φτιάχνω κόσμους. Ο κάθε ένας έχει να μου δώσει κάτι, μα το πιο όμορφο είναι, ότι από κάθε ένα από αυτούς του καταδίκους μου κόσμους, τα πράγματα φαίνονται διαφορετικά. Είναι σαν να κάθεσαι στην προβλήτα και απλά να βλέπεις το χρόνο να περνάει, αυτός θα κάνει την δουλειά του και εγώ θα κοιτάζω ένα ίδιο τοπίο που το αλλάζει συνέχεια ένα απλό πράγμα, ένα πουλί, ένα καράβι, ένα ήλιος …


ΕΡ .Ήσουν από τα παιδιά που διαβάζανε Λογοτεχνία ή η ανάγνωση ήρθε πιο μετά για εσένα?

Τότε, τα παλιά χρόνια, που πήγαινα δημοτικό είχαμε ένα υπέροχο “Ανθολόγιο”, αυτό και ο μπαμπάς μου με έκαναν να διαβάσω από μικρή ηλικία. Το πρώτο μου βιβλίο ήταν οι μικρές κυρίες, βέβαια αυτό θεωρώ σαν πρώτο καθώς μου το έκανε δώρο ο μπαμπάς είναι η “Αιολίκη Γη” ένα πράσινο υφασματόδετο βιβλίο εκδόσεων Εστία του 1969 και με πρόλογο Άγγελου Σικελιανού, Lawrence Durrel και Pierre Amandry. Μετά οι εισηγητές λειτούργησαν σαν παραπομπές. Ο Σικελιανός με οδήγησε στον Καβάφη, στον Σεφέρη στον Ελύτη, μέσα από τον Durell και τον εξαίρετο Μπαλτάζαρ πέρασα στον Μπολνταιρ και τον Γκαίτε στον Ιονέσκο και κατέληξα στον Σαίξπηρ. Με τον τελευταίο, τον κύριο Pierre, οι σχέσεις μας δεν ήταν ποτέ καλές, δεν αντέχω τα ιστορικά βιβλία. Διαβάζω
αδιάκριτα, σχεδόν! Έτσι και την πρόταση για την είσοδό μου στην λογοτεχνία τρόμου και φανταστικού, την δέχτηκα σαν πρόκληση και δεν το έχω μετανοιώσει ούτε στιγμή.

Τα βιβλία κατ 'εμέ, πρέπει διαβάζονται με ψυχή ορθάνοιχτη και “αναγνωστική καχυποψία”, αν γίνει σωστά, στο πίσω μέρος του μυαλού αντηχεί εκείνο το “ψάξε ψάξε δεν θα με βρεις” και συ οφείλεις να το βρεις…Τότε και μόνο θα καταλάβεις ότι τα βιβλία είναι γεμάτα παραπομπές, αν τις ακολουθήσεις θα μπεις στον πιο υπέροχο λαβύρινθο γνώσης και ενώ η Αριάδνη σου έδωσε το κουβάρι απλόχερα στην είσοδο, εσύ προτιμάς να το πλέξεις κασκόλ παρά να βγεις από μέσα.

Ααα... η απάντηση είναι “ναι” ήμουν από τα παιδιά που διάβαζα πάντα.


ΕΡ. Θα ήθελα να μου πεις ποιο βιβλίο έχεις διαβάσει περισσότερο και γιατί?

Δεν διαβάζω ποτέ ένα βιβλίο παραπάνω από μια φορά, φοβάμαι ότι το σχήμα της πλάκας θα αλλάξει και το μονοπάτι μαζί, με μεγάλο κίνδυνο να διαταραχθεί ο κόσμος του. Μπορεί όμως και ενώ κάθομαι να πεταχτώ στα ξαφνικά να το πιάσω από το ράφι και να χωθώ σε μια σελίδα του για ώρες, επειδή μια φωνή στο μυαλό μου (ακούω συχνά φωνές το ξέρω ,όχι δεν έχω καμία συγγένεια με την Ζαν Ντ’ Αρκ, αποδεδειγμένη τουλάχιστον) μου είπε “είσαι σίγουρη ότι το είπε για αυτό τον λόγο;”

Βιβλίο που μου πήρε αρκετό χρόνο να τελειώσω ήταν το “Confiteor” του Cabre, ενδόμυχα πιθανότατα δεν ήθελα να τελειώσει. Η πλοκή, οι χαρακτήρες, οι τόσες πολλές πολυεπίπεδες πληροφορίες. Πιστεύω ότι σε 100 χρόνια από τώρα θα μιλάμε για ένα κλασσικό βιβλίο -ναι και γω θα μιλάω, ούτε να σκεφτείτε ότι θα πάψω να μιλάω ποτέ – .

Αν πρέπει να θυμηθώ όμως το βιβλίο το οποίο διάβαζα και τελειωμό δεν είχε, τότε αυτό είναι οι Βαλκυρίες του ανθρώπου που έκανε τον Μέρφι και τους νόμους του περί σύμπαντος να μοιάζουν γατάκια, ναι μιλάω για τον Κοέλο , που ο μόνος που θα χωρούσε στο σόι του ήταν ο Τσακ ο Νόρις. Ε λοιπόν οι Βαλκυρίες, κάπου εκεί στην έρημο, έφεραν ξηρασία στα εγκεφαλικά μου κύτταρα και τις παράτησα μόνες τους, γυρεύοντας πήγαιναν και πήγαιναν και μακριά οι άτιμες. Για την ιστορία, και παρακαλώ να γραφεί στα πρακτικά, είναι το μόνο βιβλίο που ούτε ο ίδιος ο ψυχαναγκασμός μου δεν κατάφερε να με πείσει να τελειώσω.


ΕΡ:.Αν σου έλεγα να διαλέξεις έναν ήρωα/ηρωίδα που θα ήθελες να ήσουν από κάποιο λογοτεχνικό βιβλίο, ποιος θα ήταν και γιατί?

Δύσκολη ερώτηση.
Η καθημερινότητά μου θυμίζει αυτή της Έλινορ Όλιφαντ (Gai Honeyman), λίγο μοναχική, λίγο περίεργη, λίγο παράξενη, πάντα βέβαια βλέπω τα πράγματα σαν την Μόμο (Μίζαελ Έντε), αντιλαμβάνομαι το χρόνο σαν πλούτο και σε κάθε γωνία της ρουτίνας αναζητώ ένα θαύμα, ένα παραμύθι γιατί απλά ξέρω ότι υπάρχει. Στην τσάντα μου κουβαλάω μια κόκκινη ομπρέλα (Μαίρη Πόπινς, Πάμελα Τράβερς) και τα βράδια όταν όλοι κοιμούνται πετάω πάνω από τις καμινάδες και παρατηρώ και τραγουδάω και χορεύω περίεργα και θα ήθελα να μπορώ να βοηθάω περισσότερο και θα ήθελα να είχα βοηθήσει και τον μπαμπά μου...Πρόσφατα δε, διαπίστωσα ότι έχω τον δυναμισμό της Μίλα (Ντονάτο Καρίζι) και την παράξενη οπτική της για τα γεγονότα, δεν παραιτούμαι εύκολα και είμαι πεισματάρα. Η αλήθεια όμως είναι μία και όσο τα χρόνια περνάνε, το διαπιστώνω εντονότερα,είμαι μια σύγχρονη, κλασσική Οφίλια (Αμλετ, Γουίλιαμ Σαίξπηρ), είμαι δε τόσο πεπεισμένη για αυτό, που έχω χρόνια να μαζέψω λουλούδια δίπλα σε ποτάμι.

ΡΩΤΑΕΙ Η ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΑΡΙΣΣΗ

ΕΡ: Ποιο ήταν το μήνυμα που πήρες από το τελευταίο βιβλίο που διάβασες? Και ποιο ήταν αυτό?

Το τελευταίο βιβλίο που διάβασα ήταν η “Καρμίλα” του Λε Φανού, μια από τις πρώτες βαμπιρικές ιστορίες που γράφτηκε, περίεργο και ιδιόρρυθμο για την εποχή που γράφτηκε βιβλίο.

Αυτό που κατάλαβα, έστω και μέσα από ένα βιβλίο τρόμου, είναι ότι από τον έρωτα δεν γλίτωσε ποτέ κανένας, ανεξάρτητα από τον χρόνο τις καταστάσεις και τους λόγους.

Ακόμα και τότε γύρω στο 1871 που “όλοι γοητεύονταν από τα "εξωτικά" Βαλκάνια και τους παραδοσιακούς θρύλους τους”


ΕΡ: Προτιμάς να διαβάζεις e-books ή είσαι πιο κλασική και θέλεις να κρατάς το βιβλίο στα χέρια σου και να απολαμβάνεις την μυρωδιά?

Είμαι απόλυτα κλασσική, θέλω να μυρίζω το βιβλίο, να είναι όλες οι διαστάσεις του “έρμαιο” των χεριών μου, θέλω οι σελίδες του να σκίζουν την άκρη των δαχτύλων μου κάποιες φορές, όταν αυτό είναι πολύ καλό, γινόμαστε ένα, γινόμαστε “blood brothers”.

Είμαι παραδοσιακός αναγνώστης τι να κάνω.

ΕΡ: Λατρεύεις τα καλά βιβλία από όποιο είδος και αν έρχονται, αν και οι αναγνώστες πιστεύω ότι νομίζουν ότι σου αρέσει η λογοτεχνία του τρόμου και του φανταστικού. Πες μας δυο λόγια για τις προτιμήσεις σου και γιατί?

Αυτοί που με γνωρίζουν ξέρουν καλά ότι το “τρικυμία εν κρανίο” έχει ειπωθεί για την σχέση μου με τα βιβλία. Η απάντηση στην ερώτηση “Τί βιβλία διαβάζεις;” δεν είναι άλλη από το “Προσπαθώ μόνο καλά” όσο και αυτό να είναι υποκειμενικό, αφού έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τις δικές μου προτιμήσεις. Αγαπάω τα βιβλία που θα με κάνουν να σκεφτώ, να ανοίξω ένα άλλο βιβλίο για να καταλάβω, να μου ανοίξει νέους ορίζοντες. Δεν είμαι ο τύπος “θέλω ένα βιβλίο να περάσει η ώρα” αυτή θα περάσει έτσι και αλλιώς.

Στην λογοτεχνία τρόμου και φανταστικού μπήκα τυχαία τους τελευταίους έξι μήνες και ως γνωστό δεν είμαι νήπιο άρα όλα τα προηγούμενα έτη πέρασα από διάφορα στάδια. Συγκυρίες με έφεραν και τυχαία γεγονότα, άνθρωποι που πίστεψαν ότι η ιδιόρρυθμη σκέψη μου και αλλόκοτη οπτική μου ταιριάζει στο χώρο.
Αυτό το είδος το αγάπησα παράφορα, νόμιζα στην αρχή ότι θα με κάνει να ξορκίσω τους δαίμονες μου, μα αυτό με έκανε να τους λατρέψω και να δω το άπλετο φως που μπορεί να κρύβει το σκοτάδι, αυτή την μικρή δέσμη φωτός (έχει τόση δύναμη να δημιουργήσει το “άπλετο”) που πάντα μπαίνει και τρυπάει το ερεβώδες κατάμαυρο, αυτή λάτρεψα.


ΕΡ: Γράφεις ιστορίες δικές σου και ομολογώ ότι τις διαβάζω και μου αρέσουν πολύ. Θα ήθελες να μας μιλήσεις για αυτό γιατί μας ενδιαφέρει?

Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι ποτέ δεν ξεκινάω με το… Αααα να γράψω μια ιστορία σήμερα, απλά γράφω ένα ποστ, μετά γίνεται μεγάλο, μετά έχει αρχή και μέση και πρέπει να βάλω και ένα τέλος

Οι ιστορίες μου δεν είναι τίποτα πάρα η παράθεση των σκέψεών μου, η φωνή μου πίσω από μια οθόνη. Έτσι όπως γράφω έτσι ακριβώς σκέφτομαι, έτσι μιλάω και στα παιδιά μου και στους φίλους μου. Οι ιστορίες μου δεν είναι τίποτα άλλο πάρα καθημερινά πράγματα που βλέπω πίσω από εκείνα τα βλέμματα που συναντάω τυχαία στον δρόμο, πίσω από τις σιωπές των ανθρώπων, πίσω από τα λάθη μου, τα πάθη μου και την καθημερινότητά μου.
Γράφω με παρομοιώσεις και αλληγορικά συνήθως, έτσι είναι πιο εύκολο, έτσι ο κάθε αναγνώστης μπορεί να κουμπώσει την δική του οπτική τα δικά του θέλω, ενώ εγώ, θα έχω πει αυτά που νιώθω αυτά που θέλω. Δεν μου αρέσουν οι ερμηνείες με στεγανά, το γράψιμο είναι φαντασία, μπορείς να βάλεις φράχτη και να την περιορίσεις; Αν τα καταφέρεις μόλις την σκότωσες ή στην καλύτερη την μετάλλαξες σε λογική. Αφήστε την φαντασία σας να τρέξει χωρίς όριο, κανείς ποτέ δεν θα σας κόψει κλήση για υπέρβαση αυτού.


ΕΡ: Είσαι συντονίστρια στην ομάδα του facebook House of fear. Θα ήθελα να μου πεις δυο λόγια για αυτό, για τους συνεργάτες σου, τι θα βρει ο αναγνώστης σε αυτήν την ομάδα?

Η ομάδα είναι της Βίκυς Τάσιου και έχει συνδιαχειριστή τον Rafael Blackheart (Γιώργος Σκαγιάκος). Οι γνώσεις τους στο συγκεκριμένο κομμάτι λογοτεχνίας είναι τεράστιες, εγώ βρέθηκα κάπως τυχαία και κάνω αγώνα δρόμου λίγο λαχανιασμένη και αναμαλλιασμένη ξοπίσω τους για να προφτάσω, αλλά δέσαμε μάλλον. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ημέρα που μου προτάθηκε να γίνω μέλος αυτής της ομάδας και ευχαριστώ και τους δύο πάρα πολύ για την τιμή και την ευκαιρία να ακουστεί η περίεργη έως παράφωνη μερικές φορές γραφή μου. Υπάρχει ομοφωνία απόψεων και αυτό φαίνεται, είναι και ο κύριος λόγος που η ομάδα μέσα σε έξι μήνες τριπλασίασε το κοινό της, θεωρώ.

Είναι μία ομάδα σαν όλες τις βιβλιοφιλικές που υπάρχουν στο χώρο, με την διαφορά ότι πολλά μέλη αναρτούν και δικές τους ιστορίες και φυσικά υπάρχει ένα ευχάριστο κλίμα, τρόμος, φαντασία, χιούμορ και αρκετή μουσική. Έχουν δημιουργηθεί πολλές φιλίες μέσα σε αυτή και ευτυχώς οι παραβατικές συμπεριφορές είναι ανύπαρκτες, φανταστείτε τρόμος κοκτέιλ με ίντριγκα, το αψέντι θα ήταν ένα απλό αφέψημα, καταπραϋντικό, μπροστά του.
Σκοπός μας είναι να δημιουργήσουμε μια πιο διαδραστική ομάδα, να γίνονται συζητήσεις, να διαφωνούμε, να μοιραζόμαστε τις απορίες μας πάντα γύρω από τα βιβλία. Τον τελευταίο καρό χαίρομαι ιδιαίτερα καθώς βλέπω και αρκετούς συγγραφείς να είναι ενεργά μέλη.
Μείνετε συντονισμένοι, σας υπόσχομαι ότι οι νέες στήλες που θα έρθουν σε λίγο θα κάνουν τα λόγια του Δράκουλα να μοιάζουν ευχή.


ΕΡ: Αρθρογραφείς στο σαιτ www.Nyctophilia.gr πες μας δυο λόγια και για αυτή την δραστηριότητα σου, τι άρθρα θα βρούμε εκεί, τι γράφει η Μαρία?

Εκεί θα δείτε την Μαρία να γράφει όπως γράφει πάντα. Ψάχνω να βρω ιστορίες πίσω από τις ιστορίες που ήδη ξέρουμε, όλες αυτές τις “άχρηστα” χρήσιμες πληροφορίες που θα μας κάνουν να καταλάβουμε καλύτερα το εξόφθαλμο. Σύντομα θα δείτε και απόψεις μου για πιο κλασσικά έργα τρόμου και φαντασίας, η γοτθική λογοτεχνία ταιριάζει απόλυτα στο χαρακτήρα μου και όσο σκληρές και αν είναι οι εικόνες ξεχειλίζουν από ένα μπρουτάλ λυρισμό, υποδόριο που με σαγηνεύει. Το Nyctophilia.gr είναι ένας λογοτεχνικός πολυχώρος άρτια οργανωμένος με ικανότατους συνεργάτες. 
Όλοι όσοι αρθρογραφούν ή γράφουν απόψεις είναι πάνω από όλα λάτρεις τις λογοτεχνίας και το αποδεικνύουν περίτρανα σε κάθε τους ανάρτηση. Η Ελέην Ρήγας, η δημιουργός του και συντονίστρια, είναι ίσως ο πιο ισορροπιστής και σκληρά εργαζόμενος άνθρωπος που έχω γνωρίσει, τιμά την λογοτεχνία και έχει μια ιδιαίτερα εκλεπτυσμένη αισθητική που κάνει ακόμα και τον τρόμο να μοιάζει με πίνακα του Μοντιλιάνι. Ακόμα μία φορά και μέσα από εδώ, θα ήθελα να την ευχαριστήσω για λόγους που αυτή ξέρει και μόνο αυτή μπορεί καταλάβει. Μακάρι στον χώρο να υπάρξουν και άλλοι τέτοιοι ισότοποι!
Η λογοτεχνία και ο αναγνώστης το έχουμε ανάγκη.

Η εικόνα ίσως περιέχει: 1 άτομο, χαμογελάει, γυαλιά
ΦΑΤΣΟΒΙΒΛΙΟ

ΕΡ: Θέλεις να κάνεις δείπνο και πρέπει να καλέσεις τρεις συγγραφείς. Ποιοι θα ήταν αυτοί και πως θα τους επιλέξεις και γιατί?

Είναι πολύ απλό τον Λουις Μπόρχες, τον Ουμπέρτο Έκο και τον Τσιφόρο.

Το πιο εύκολο από όλα σε μια τέτοια συνάντηση είναι το μενού, λογικά κόλλυβα, όλοι του μας άφησαν χρόνους πέραν του τεράστιου έργου τους.
Τον Λούι τον γνώρισα μεγάλη σε ηλικία, μόλις στα 43 μου χρόνια, μετά από προτροπή κάποιου φίλου. Ο Λούι είναι δάσκαλος. Θα ήθελα να καθίσω μαζί του κάπου σε ένα καφέ στην Μονμάρτη πριν καν συναντήσουμε τους άλλους και να μου πει πως κάνει αυτό το μαγικό να περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο και ταυτόχρονα η τεχνική του να είναι τριτοπρόσωπη και να τον βλέπω παντού, μέσα σε όλες τις ιστορίες. Αν τον βρω και στα καλά του θέλω να τον ρωτήσω πως κάνει το κόλπο με τον καθρέφτη
Στον Ουμπέρο είναι πιο ξεκάθαρα τα πράγματα μια και μόνη ερώτηση που αφορά στις 362 σελίδες (όχι όλες κάποια τα ψιλοέπιασα) του βιβλίου του “Το εκκρεμές του Φουκό” …
“Ρε συ φίλε, να εδώ στο κόλλυβο που τρώμε, να φέρω και και μια μπύρα να το ρίξουμε έξω… πες μου, μίλα μου ανοιχτά, κάπου έχεις γράψει και οδηγίες ανάγνωσης και κατανόησης του κειμένου, έλα μεταξύ μας θα μείνει”
Και μέσα σε όλη αυτή την παράνοια ένας αξεπέραστος Τσιφόρος με την αριστοτεχνική του αργκό θα λέει στα “παλιόπαιδα τα ατίθασα” “ιστορίες πίσω από τα κάγκελα” και θα κλείνει πάντα με “Το λοιπόν μάγκες στο διαταύτα...να τις σώνουμε τις παρόλες ,καθόσον το πασαπόρτι λήγει και το εντρανς θα το βρούμε φερμέ, σας το δηλώνω στενάχωρα και ζέστη δεν τα αντέχω ούτε προς διανυκτέρευσις”


ΕΡ:  Διαβάζεις κριτικές βιβλίων και αν ναι , ποιες πηγές προτιμάς? Από το Facebook, το Goodreads ?

Θα δηλώσω για ακόμα μία φορά ότι ο όρος κριτική δεν μου αρέσει, δεν θεωρώ ότι υπάρχουν άτομα που έχουν τις γνώσεις και την τεχνική κατάρτιση να κάνουν κάτι τέτοιο, τουλάχιστον όχι μέσα στις ομάδες. Μιλάω λοιπόν για παράθεση προσωπικών απόψεων άλλοτε τεκμηριωμένων και άλλοτε όχι.

Ναι διαβάζω, δεν με ενδιαφέρει ο χώρος ή ο τόπος που θα το διαβάσω, αν και γνωρίζουμε καλά ότι ανεβαίνουν σχεδόν παντού και σχεδόν ταυτόχρονα. Ειλικρινά προτιμώ τις απόψεις αναγνωστών, αυτές τις δυο σειρές ακατέργαστου ειλικρινούς, λόγου που τις περισσότερες φορές είναι πιο τεκμηριωμένες από τις πιο “επαγγελματικές”.

Μου αρέσουν οι απόψεις με άποψη και αποδέχομαι οτιδήποτε είναι αιτιολογημένο, όλα τα άλλα για μένα είναι απλά κείμενα “φόρμες” που αλλάζει ο τίτλος του βιβλίου και το όνομα του συγγραφέα.


ΕΡ:  Θα ήθελα να μου πεις ποια είναι τα θετικά στοιχεία και ποια τα αρνητικά που βιώνεις από τις επαφές σου με τα social media.

Τα social media δεν είναι τίποτα άλλο πάρα ένα θέατρο σκιών, η διαφορά ότι εδώ δεν υπάρχει μπερντές να κρυφτεί κάποιος από πίσω και να παίξει το ρόλο του, πάρα μόνο πληκτρολόγιο και οθόνη. Τι μπορεί να συμβεί λοιπόν όταν κάποιος έχει την απόλυτη κάλυψη και ένα λόγο στα δάχτυλα, υπό μορφή πληκτρολογίου ...πάρα πολλά. Υπάρχουν άνθρωποι και άνθρωποι, έκανα και φίλους, γνώρισα και κάποιους που πίστεψα για φίλους, μα και στην ζωή έτσι δεν είναι. Άρα δεν έχω παράπονο το πάν είναι το μέτρο.

Γνώρισα ανθρώπους που μου δώσανε ευκαιρίες και με έκαναν να βγω απ το καβούκι μου και να γράψω, όχι μόνο σε πακέτα από τσιγάρα, σε τεφτέρια και σε χαρτοπετσέτες αλλά κάπου που θα τα μοιραζόμουν και με άλλους, τώρα αν αυτό γίνεται με επιτυχία ή όχι είναι επίσης σχετικό.
Όταν αποφασίσεις να εκτεθείς πρέπει να είσαι έτοιμος να αντιμετωπίσεις τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά, προτείνω να τα αγκαλιάσεις και τα δύο με αγάπη και να μάθεις από αυτά.
Τα social media είναι ένα μέσο προβολής, όταν αυτό φτάσει στα όρια της υπερβολής τότε υπάρχει σαφώς πρόβλημα κατά την προσωπική μου άποψη. Δεν είναι εύκολη η διαχείριση της δημοσιότητας και το έθεσαν άλλοι πολύ πριν από μένα “το χρήμα πολλοί εμίσησαν την δόξα ουδείς”
Η αλήθεια είναι ότι αν δεν υπήρχαν αυτά, εγώ δεν θα ήμουν εδώ -ούτε τώρα ξέρω καλά καλά γιατί είμαι εδώ - και κάποιες ώρες τις ημέρας μου δεν θα περνούσαν χαμογελώντας σε μία οθόνη, είναι και αυτό ένα κάποιο κέρδος, έχω λάβει πολύ αγάπη, μεταξύ μας έχω λάβει όλοι την γκάμα συναισθημάτων κατά κύριο λόγο σε προσωπικά μηνύματα -είναι οι στιγμές που γελάω πιο πολύ-.


ΕΡ: Μαρία είσαι ένα άτομο με χιούμορ, επιζητείς το χιούμορ μέσα στα βιβλία?

Ναι μου αρέσει το έξυπνο χιούμορ στα βιβλία, Έλληνες συγγραφείς το κατέχουν πολύ καλά, ο Τσιφόρος που τον γνώρισα κάπου στην δευτέρα γυμνασίου και για μένα είναι η επιτομή του καυστικού και έξυπνου χιούμορ, η Αλκυόνη Παπαδάκη το έχει έμφυτο, εκεί που κλαις σου πετάει μια και μόνο έκφραση τριών λέξεων και σε κάνει να γελάς τόσο δυνατά που σου θυμίζει ότι η λύπη και η χαρά πάντα συνυπάρχουν, η Έλενα Ακρίτα με υπέρμετρο χιούμορ μπορεί να ξετυλίξει ακόμα και την πιο περίεργη αστυνομική ιστορία και τέλος ο άνθρωπος που με έκανε να αγαπήσω ξανά την σύγχρονη ελληνική Λογοτεχνία ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης. Στις πιο μελαγχολικές στιγμές αυτοί είναι η παρέα μου, στις πιο καθημερινές η έμπνευσή μου.

ΕΡ:  Στην πόλη σου την Ξάνθη υπάρχουν δραστηριότητες γύρω από το βιβλίο και αν ναι ποιες είναι?

Δυστυχώς πέρα από κάποιες παρουσιάσεις βιβλίων, μία ομάδα δημιουργικής γραφής και κάποιες συναντήσεις φιλαναγνωστών δεν υπάρχουν ιδιαίτερες δραστηριότητες, η πόλη μας είναι περισσότερο φιλόμουση λόγω και του Χατζιδάκι φυσικά. Σε γενικές γραμμές όμως είναι μια πόλη που αγαπάει το βιβλίο και οι κάτοικοι διαβάζουν αρκετά, αυτό είναι κάτι ευοίωνο.

ΕΡ: Αν έπρεπε να διαλέξεις ένα βιβλίο να μας προτείνεις ποιο θα ήταν αυτό και γιατί?

Θα πρότεινα το “οι λέξεις ταξιδεύουν” του Galeano Eduardo.
Θα σταθώ σε μια φράση “Ό,τι δεν έχει γεννηθεί δεν μπορείς να το εξηγήσεις, δεν γίνεται αντιληπτό, το αισθάνεσαι, το νιώθεις να πάλλεται, μόνο όταν σκιρτήσει. Τότε σταματώ να εξηγώ κι αρχίζω ν’ αφηγούμαι” αυτή η φράση λέει μεγάλες αλήθειες όπως θα πει και ο αφηγητής στο βιβλίο του. Μια ιστορία που διαδραματίζεται σε ένα παμπάλαιο τυπογραφείο.
Ένα ξεχαρβαλωμένο τραπέζι, μερικοί τυπογραφικοί χαρακτήρες από ξύλο ή μολύβι, ένα πιεστήριο σαν εκείνο που ίσως χρησιμοποιούσε και ο Γουτεμβέργιος: είναι το εργαστήρι του Χοσέ Φρανσίσκο Μπόρχες στο χωριό Μπεσέρος της βορειοανατολικής Βραζιλίας, στην ενδοχώρα. Μυρωδιά από μελάνι και ξύλο. Τα δεμάτια οι ξύλινες πλάκες περιμένουν τη σειρά τους, ενώ τα φρέσκα χαρακτικά, που μόλις έχουν πάρει μορφή, στεγνώνουν κρεμασμένα στα σύρματα.
Ο Γκαλεάνο, με “συνεργό” τον λαϊκό χαράκτη Χοσέ Φρανσίσκο Μπόρχες, βουτάει όσο πιο βαθιά μπορεί στον κόσμο της λαϊκής φαντασίας. Με μια μεστή, απέριττη γλώσσα, πέρα για πέρα ξεκάθαρη και σταράτη , θα σας αφηγηθεί μύθους και θρύλους του χθες και του σήμερα, μιλώντας για τα μυστήρια της ζωής, για τη ζωή και τον θάνατο, για την αγάπη και το μίσος, για τον άντρα και τη γυναίκα, τον Θεό και τον Διάβολο, για τη μουσική και τη σιωπή, για τις λέξεις και τα πράγματα, για τη μνήμη και τη λήθη... και με ομφαλό όλων αυτών των ιστοριών, το ταξίδι, που δικαιολογεί άλλωστε και τον τίτλο του βιβλίου. Ανάμεσα στους μύθους, αριστοτεχνικά παρεμβάλλει κάποια "παράθυρα" στοχασμών, όχι ξύλινα και απρόσιτα, που πάντα αρχίζουν με τη φράση "Λίγα λόγια για...", με μόνο σκοπό να στολίσουν λογοτεχνικά τους μύθους. 
Ο Γκαλεάνο μου θυμίζει όλα εκείνα που με έκαναν να αγαπήσω το βιβλίο και να ερωτευτώ παράφορα τις λέξεις, αυτές που πάντα μεταλλάσσονται ανάλογα με την διπλανή τους, αυτές που πάντα έχουν την ίδια υπόσταση και σχεδόν ποτέ την ίδια βαρύτητα και έννοια.


ΕΡ: Τι θα ήθελες να ευχηθείς στους αναγνώστες μας για να απολαμβάνουν το αναγνωστικό τους ταξίδι?

Να επιλέγουν βιβλία με βάση το ένστικτό τους και την διαίσθηση και ποτέ την “μόδα” να μην φοβούνται να πουν την άποψή τους και να διαβάζουν πρώτα με τη καρδιά και μετά με το μυαλό.
Να στηρίζουμε του νέους Έλληνες συγγραφείς είναι το μέλλον και προβλέπεται λαμπρό.
Να θυμάστε ότι η ανάγνωση ενός βιβλίου δεν είναι αγώνας δρόμου, είναι μια βόλτα στην εξοχή απολαύστε όσο περισσότερο μπορείτε την μοναδικότητά της. Όσες φορές και να κάνετε αυτή την βόλτα ποτέ μα ποτέ δεν θα είναι η ίδια.

Σε ευχαριστώ θερμά για την συζήτηση μας Μαρία.

Οφείλω να ομολογήσω ότι, αν και τρόμαξα με την ιδέα στην αρχή, την απόλαυσα μέχρι τελευταίας τελείας.

Εύχομαι να την απολαύσετε και εσείς, όπως εμείς.

Παρασκευή Παρίσση

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ: ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑ ΜΑΝΓΓΕΛ ΣΥΖΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΑΡΙΣΣΗ

ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΖΟΚΑ ΣΥΖΗΤΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΑΡΙΣΣΗ